Γιατί η Ελλάδα δεν πήρε την Κωνσταντινούπολη μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο; // Άκου να δεις! – Video

Γιατί η Ελλάδα δεν πήρε την Κωνσταντινούπολη μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο; // Άκου να δεις! – Video

Το ερώτημα γιατί η Ελλάδα απέτυχε να διεκδικήσει την Κωνσταντινούπολη μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ένα από τα πιο συναρπαστικά και αμφιλεγόμενα επεισόδια της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Παρά τη συμμετοχή της στον πόλεμο στο πλευρό των νικητών Συμμάχων, η Ελλάδα δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει αυτόν τον φιλόδοξο στόχο. Οι λόγοι γι’ αυτό βρίσκονται σε ένα πολύπλοκο μείγμα γεωπολιτικών, στρατιωτικών και διπλωματικών παραγόντων, καθώς και σε μια εσωτερική πολιτική αστάθεια.
Ιστορικό πλαίσιο και διεθνές περιβάλλον
Όταν τελείωσε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1918, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, γνωστή από καιρό ως ο «άρρωστος άνθρωπος της Ευρώπης», βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Τα εδάφη της μοιράζονταν μεταξύ των νικηφόρων συμμαχικών δυνάμεων και η Συνθήκη των Σεβρών το 1920 υπόσχονταν σημαντικά εδαφικά κέρδη για την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Θράκης και της περιοχής της Σμύρνης στη Μικρά Ασία. Ωστόσο, η τύχη της Κωνσταντινούπολης και τα στρατηγικής σημασίας Στενά των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου παρέμεναν ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα.
Η Κωνσταντινούπολη δεν ήταν απλώς μια ακόμη πόλη- ήταν ζωτικός κόμβος για το παγκόσμιο εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα. Έλεγχε την πρόσβαση μεταξύ Ευρώπης και Ασίας και είχε τεράστια συμβολική και ιστορική σημασία, ιδίως για τον ορθόδοξο χριστιανικό κόσμο. Ωστόσο, οι συμμαχικές δυνάμεις -η Βρετανία, η Γαλλία και η Ιταλία- είχαν τα δικά τους συμφέροντα στην περιοχή. Δεν ήθελαν να παραδώσουν την πόλη στην Ελλάδα, φοβούμενες ότι αυτό θα διατάρασσε την ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Αντ’ αυτού, προτίμησαν την ιδέα της δημιουργίας μιας διεθνούς ζώνης που θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ελεύθερη διέλευση όλων των εθνών χωρίς να κυριαρχείται από κάποια μεμονωμένη χώρα.
Ο ρόλος των εσωτερικών πολιτικών διαιρέσεων
Ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια στις φιλοδοξίες της Ελλάδας ήταν η πολιτική αναταραχή στο εσωτερικό της χώρας, που συχνά αναφέρεται ως Εθνικός Διχασμός. Αυτός ο βαθύς διχασμός δίχασε την ελληνική κοινωνία μεταξύ των υποστηρικτών του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου και των πιστών στον βασιλιά Κωνσταντίνο Α. Ο Βενιζέλος ήταν ένθερμος υποστηρικτής της συμμετοχής της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων, πιστεύοντας ότι έτσι θα εξασφάλιζε τις εδαφικές φιλοδοξίες της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της Κωνσταντινούπολης. Από την άλλη πλευρά, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ευνοούσε την ουδετερότητα ή ακόμη και την ευθυγράμμιση με τις Κεντρικές Δυνάμεις, εξαιτίας των στενών δεσμών του με τη Γερμανία λόγω γάμου.
Αυτή η πικρή πολιτική αντιπαλότητα αποδυνάμωσε την ικανότητα της Ελλάδας να παρουσιάσει ένα ενιαίο μέτωπο στη διεθνή σκηνή. Ενώ ο Βενιζέλος κατάφερε να ευθυγραμμίσει την Ελλάδα με τις συμμαχικές δυνάμεις, η εσωτερική αστάθεια που ακολούθησε δημιούργησε ένα περιβάλλον δυσπιστίας και αβεβαιότητας. Αυτές οι εσωτερικές διαιρέσεις υπονόμευσαν την αξιοπιστία της Ελλάδας στα μάτια των συμμάχων της και περιόρισαν την ικανότητά της να αξιοποιήσει πλήρως τις ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν από το τέλος του πολέμου.
Στρατιωτική υπερέκταση και η Μικρασιατική Εκστρατεία
Οι στρατιωτικές προσπάθειες της Ελλάδας κατά την περίοδο αυτή επικεντρώθηκαν κυρίως στη Μικρασιατική Εκστρατεία, μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση που αποσκοπούσε στην εξασφάλιση της περιοχής της Σμύρνης και των γύρω περιοχών. Η εκστρατεία αυτή αποτελούσε μέρος του ευρύτερου στόχου για την εκπλήρωση της «Μεγάλης Ιδέας» – του οράματος για την ενοποίηση όλων των ελληνοκρατούμενων εδαφών σε ένα ενιαίο κράτος. Αν και αρχικά ήταν επιτυχής, με τις ελληνικές δυνάμεις να προελαύνουν βαθιά στην Ανατολία, η εκστρατεία τελικά υπερέβαλε τους στρατιωτικούς και οικονομικούς πόρους της Ελλάδας.
Το σημείο καμπής ήρθε όταν το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα, υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, πραγματοποίησε μια ισχυρή αντεπίθεση. Μέχρι το 1922, ο ελληνικός στρατός υπέστη καταστροφική ήττα και η εκστρατεία έληξε με τα καταστροφικά γεγονότα της Καταστροφής της Σμύρνης. Αυτό σηματοδότησε το τέλος των επεκτατικών ονείρων της Ελλάδας στη Μικρά Ασία και έστρεψε την προσοχή της χώρας στην αντιμετώπιση των ανθρωπιστικών και πολιτικών επιπτώσεων της κρίσης.
Οι στρατιωτικές αποτυχίες και η επακόλουθη απώλεια του δημόσιου ηθικού σήμαιναν επίσης ότι η Ελλάδα δεν ήταν σε θέση να προωθήσει περαιτέρω εδαφικές διεκδικήσεις, όπως η Κωνσταντινούπολη. Μέχρι τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, η οποία αντικατέστησε τη Συνθήκη των Σεβρών, η Ελλάδα είχε χάσει τα περισσότερα από τα κέρδη που της είχαν αρχικά υποσχεθεί και η Κωνσταντινούπολη παρέμεινε σταθερά στα χέρια των Τούρκων.
Η επιρροή των Μεγάλων Δυνάμεων
Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων ήταν καθοριστικός για την τύχη της Κωνσταντινούπολης. Ενώ η Βρετανία, υπό τον πρωθυπουργό Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ, υποστήριξε αρχικά τις ελληνικές εδαφικές φιλοδοξίες ως αντίβαρο στην τουρκική ισχύ, η πολιτική δυναμική μεταξύ των Συμμάχων σύντομα άλλαξε.

Το Video “Γιατί η Ελλάδα δεν πήρε την Κωνσταντινούπολη μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο; // Άκου να δεις!” αναρτήθηκε 20/01/2025 στο Youtube κανάλι Άκου να δεις!