Δεκαπέντε χρόνια μετά την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, το φάντασμα των κόκκινων δανείων πλανάται πάνω από τις τράπεζες και την κοινωνία. Παρά τη μείωση των αριθμών, οι ηθικές διαστάσεις του προβλήματος παραμένουν αγνοημένες και ανεπίλυτες.
Η μεταφορά δανείων σε funds και η δημιουργία εταιρειών διαχείρισης απλήρωτων χρεών έχουν αλλάξει ριζικά το τοπίο. Οι τράπεζες, που κάποτε ήταν οι θεσμικοί φύλακες των αποταμιεύσεων των πολιτών, τώρα έχουν γίνει «ψυχροί εκτελεστές» που διαχειρίζονται ρίσκα και όχι ανθρώπινες ανάγκες. Το ξήλωμα αυτής της κοινωνικής δομής έχει αλλοιώσει τη σχέση της τράπεζας με τον πελάτη, και οι δανειολήπτες αναγκάζονται να πληρώνουν το τίμημα αυτού του μετασχηματισμού.
Η συγκέντρωση των δανείων στα χέρια των funds έφερε στην επιφάνεια ηθικά διλήμματα. Ποιος φταίει όταν μια οικογένεια, που αδυνατεί πραγματικά, χάνει το σπίτι της; Πώς μπορεί να συγκριθεί ο «στρατηγικά κακοπληρωτής» με τον «ηθικά πτωχευμένο», όταν οι αιτίες της αδυναμίας είναι εντελώς διαφορετικές;
Η ηθική διάσταση και η τραπεζική πρακτική συγκρούονται.
Στο επίκεντρο του προβλήματος βρίσκονται δύο πλευρές: οι ευθύνες απέναντι στους δανειολήπτες και η υποχρέωση των τραπεζών προς τους μετόχους τους. Η δημόσια εικόνα που προβάλλει η τράπεζα είναι ότι οι οφειλέτες πρέπει να πληρώσουν. Πλην όμως, είναι ζωτικής σημασίας να καθοριστεί ποιοι και γιατί πρέπει να πληρώσουν – είναι τελείως διαφορετικό να μιλάμε για κάποιον που έχασε τη δουλειά του παρά για κάποιον που έχει τη δυνατότητα να πληρώσει αλλά επιλέγει να μην το κάνει.
Η μεταφορά κόκκινων δανείων σε διαχειριστικές εταιρίες, αν και ενίσχυσε την κερδοφορία των τραπεζών, έχει αποδυναμώσει τη σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Το «ηθικό outsourcing» επιτρέπει στις τράπεζες να αποποιούνται τις ευθύνες τους, γλιτώνοντας χωρίς καμία ηθική επιβάρυνση. Το κοινωνικό κόστος, όπως η ψυχολογική πίεση και ο στιγματισμός, παραμένει εκτός των ισολογισμών τους.
Η σύγχρονη τραπεζική ζει στην εποχή των ESG (Environmental, Social, Governance), που όμως σπάνια αποτυπώνει την πραγματικότητα.
Οι τράπεζες υποτίθεται ότι προάγουν τη βιωσιμότητα και τη κοινωνική ευαισθησία, αλλά δεν υπάρχει καμία μετρήσιμη παράμετρος που να δείχνει τον αντίκτυπο των πλειστηριασμών. Ποιες τράπεζες ανακοινώνουν στοιχεία που να καταγράφουν τις κοινωνικές συνέπειες των εξώσεων; Ποιες εταιρείες δανεισμού υιοθετούν κοινωνικά κριτήρια αποπληρωμής;
Η θεωρία του λεμονιού του George Akerlof είναι επίκαιρη.
Όταν οι τράπεζες και τα funds δεν μπορούν να διακρίνουν ποιοι δανειολήπτες είναι αδύναμοι και ποιοι κάνουν κακοδιαχείριση, η αγορά και η εμπιστοσύνη διαβρώνονται. Ετσι, οι καλοπροαίρετοι υποφέρουν, ενώ οι στρατηγικά κακοπληρωτές προφυλάσσονται.
Υπάρχει επιτακτική ανάγκη να θεσπιστούν νέοι ηθικοί κανόνες για τη διαχείριση των δανείων. Χρειαζόμαστε αυτόνομες κατηγορίες δανείων που θα λαμβάνουν υπόψη την αιτία πίσω από την αδυναμία πληρωμής. Κάποιοι πρέπει να μεσολαβούν ηθικά ανάμεσα σε τράπεζες και δανειολήπτες, και να θεσπιστεί ένα κοινωνικό score που να πλαισιώνει το οικονομικό score.
Ένα επείγον κάλεσμα για αλλαγή
Οι τράπεζες δεν μπορούν να πορεύονται μόνο με αριθμούς. Η κρίση αποκάλυψε τις αδυναμίες του συστήματος και σήμερα φανερώνει την ηθική του ανεπάρκεια. Αν οι τράπεζες θέλουν να επανακατακτήσουν την εμπιστοσύνη του κόσμου, πρέπει να ξεφύγουν από τον ρόλο του απλώς διαχειριστή απαιτήσεων και να γίνουν θεσμικοί ηθικοί φορείς. Χωρίς εμπιστοσύνη, ακόμα και οι καλύτερες προθέσεις δεν θα φτάσουν στην αγορά. Χρειαζόμαστε μια ηθική προσέγγιση στη διαχείριση των κόκκινων δανείων, ώστε και οι συνεπείς δανειολήπτες να έχουν την ευκαιρία να κρατήσουν τα σπίτια τους.
Με πληροφορίες απο το άρθρο: Οι τράπεζες, τα κόκκινα δάνεια, η ηθική και τα λεμόνια
Leave a Reply